Ένα από τα πιο συχνά ερωτήματα που θέτουν οι γονείς τον τελευταίο καιρό είναι, αν θα πρέπει να κάνουν τα παιδιά τους το εμβόλιο για τη μηνιγγίτιδα. Παράλληλα δε, υπάρχει και μια ψευδής αίσθηση ότι τα κρούσματα της μηνιγγίτιδας έχουν αυξηθεί και ότι τα παιδιά είναι απροστάτευτα καθώς δεν έχουν κάνει το νέο εμβόλιο. Ας προσπαθήσουμε όμως να δώσουμε στα πράγματα τη σωστή διάσταση, επεξηγώντας τις πληροφορίες που συχνά μονομερώς ενισχύονται από τα ΜΜΕ.
Η μηνιγγίτιδα λοιπόν είναι η φλεγμονή των μηνίγγων, ενός λεπτού καλύμματος που περιβάλλει τον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό. Τα συχνότερα συμπτώματα με τα οποία εκδηλώνεται (ανεξαρτήτου αιτιολογίας) είναι: πυρετός, κεφαλαλγία, αυχενική δυσκαμψία, έμετοι, φωτοφοβία, αλλοίωση στο επίπεδο συνείδησης (ληθαργικότητα), σπασμοί. Η μηνιγγίτιδα χωρίζεται σε βακτηριακή και άσηπτη, ανάλογα με την απομόνωση κάποιου βακτηρίου ή όχι στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό που λαμβάνεται με την οσφυονωτιαία παρακέντηση (παρακέντηση στη μέση).
Η βακτηριακή μηνιγγίτιδα αποτελεί το ~40% των μηνιγγίτιδων και προκαλείται κυρίως (75%) από τον μηνιγγιτιδόκοκκο (Neisseria meningitidis), τον πνευμονιόκοκκο (Streptococcus pneumoniae) και τον αιμόφιλο της ινφλουένζας (Haemophilus influenzae) και σπανιότερα από τη λιστέρια (Listeria monocytogenes), το κολοβακτηρίδιο (E. coli) κ.ά. Η κλινική εικόνα αλλά και οι επιπλοκές της βακτηριακής μηνιγγίτιδας μπορεί να είναι πολύ βαρειές έως και θανατηφόρες.
Η άσηπτη μηνιγγίτιδα αποτελεί την πιο συχνή μορφή μηνιγγίτιδας και αφορά το ~60% των περιστατικών. Πιο συχνά αίτια άσηπτης μηνιγγίτιδας είναι οι ιοί και κυρίως (60%) οι εντεροϊοί (Ιοί Coxsakie, ιοί Echo). Άλλοι ιοί που μπορούν να προκαλέσουν μηνιγγίτιδα είναι ο ιός του απλού έρπητα (HSV), της ανεμευλογιάς (VZV), της ιλαράς, της παρωτίτιδας και οι αδενοϊοί. Η κλινική εικόνα της άσηπτης μηνιγγίτιδας συνήθως είναι πιο ήπια και οι επιπλοκές πιο σπάνιες.
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, μία από τις μορφές μηνιγγίτιδας είναι η βακτηριακή μηνιγγίτιδα από το μηνιγγιτιδόκοκκο και συγκεκριμένα των υποτύπων A, B, C, Y, W-135. Η νόσηση από τον μηνιγγιτιδόκοκκο μπορεί να κυμαίνεται από πυρετό και ασυμπτωματική βακτηριαιμία, μηνιγγίτιδα ως σηψαιμία, τοξική καταπληξία και θάνατο. Δυστυχώς, η μηνιγγιτιδοκοκκική σηψαιμία (με το χαρακτηριστικό αιμορραγικό εξάνθημα) μπορεί να εξελιχθεί ταχέως, χωρίς απαραίτητα να έχουν προηγηθεί πολύ θορυβώδη συμπτώματα και στο 15-20% των περιπτώσεων μπορεί να οδηγήσει σε θάνατο. Η συνολική θνησιμότητα της μηνιγγιτιδοκοκκικής μηνιγγίτιδας κυμαίνεται συνήθως στο 5-10% ενώ, το 10-20% των επιζώντων από μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα θα παραμείνει με σοβαρά νευρολογικά προβλήματα (κόφωση, τύφλωση, υδροκέφαλος, παράλυση νεύρων κ.ά).
Μετά την εισαγωγή στον υποχρεωτικό εμβολιασμό των παιδιών εμβολίων έναντι του πνευμονιόκοκκου, του μηνιγγιτιδόκοκκου C & A-C-Y-W135, του αιμόφιλου της ινφλουένζας και της ιλαράς – ερυθράς – παρωτίτιδας, έχει μειωθεί κατά πάρα πολύ η εμφάνισης περιστατικών βαρέων και θανατηφόρων μηνιγγίτιδων. Κυρίαρχη αιτιολογία των μηνιγγίτιδων παραμένουν οι ιοί και κυρίως οι εντεροϊοί. Όσον αφορά στην μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα, με βάση πρόσφατα επιδημιολογικά δεδομένα (ΚΕΕΛΠΝΟ), τα περιστατικά ανά έτος είναι περίπου 0,6 ανά 100.000 πληθυσμού. Ευτυχώς ο αριθμός των κρουσμάτων έχει πτωτική πορεία τα τελευταία χρόνια και κυρίαρχος τύπος μηνιγγιτιδόκκοκου στα επεισόδια μηνιγγιτιδοκοκκικής μηνιγγίτιδας είναι ο Β (~80%) (λογική διαπίστωση καθώς για τους υπόλοιπους τύπους A, C, Y, W-135 υπάρχουν ήδη εμβόλια και προστατεύονται τα παιδιά).
Το κενό αυτό λοιπόν έρχεται να καλύψουν τα νέα εμβόλια έναντι του μηνιγγιτιδόκκοκου Β (Bexsero, Trumenba). Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι, παρά τη σοβαρότητά της, παραμένει μια σπάνια νόσος για αυτό και δεν έχει εισαχθεί το εμβόλιο στον υποχρεωτικό δωρεάν εμβολιασμό όλων των παιδιών της χώρας.
Συνοψίζοντας λοιπόν όλα τα παραπάνω, η πιο συχνή μορφή μηνιγγίτιδας είναι η ιογενής (άσηπτη) και συνήθως η πορεία της είναι καλοήθης. Αντιθέτως, η μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα αποτελεί μια ιδιαιτέρως σοβαρή νόσο αλλά παραμένει σπάνια και η δημιουργία των νεότερων εμβολίων έναντι του μηνιγγιτιδόκκοκου Β δίνει τη δυνατότητα πληρέστερης προστασίας των παιδιών έναντι αυτής.